Ήταν για μας μια όμορφη συνήθεια, αυτό το απογεματινό μας μάζωμα στο μικρό καφενεδάκι του κυρ-Βασίλη του Θυνιάτη, πάνω στην πλατεία της μικρής μας πόλης. Πιάναμε εφτά, οχτώ καρέκλες, ξαπλώναμε σ΄αυτές και παραγγέλναμε δυό γλυκίβραστα καφεδάκια..
-...Κι΄όχι τσιγκουνιά στη ζάχαρη, έτσι;
-…Και σε χοντρά φλυτζάνια, πειράζαμε τον Χοντρολαίμη, το ψευτογκαρσόνι του καφενέ.
Βλέπεις τα οικονομικά μας δεν μας επέτρεπαν περισσότερα. Δυο καφεδάκια για εφτά, οχτώ από μας, ήταν ότι έπρεπε. Μια δυο ρουφηξιές ο καθένας μας και ξάπλες.
Η αλήθεια είναι ότι ούτε ο κυρ-Βασίλης αλλά πιο πολύ ούτε ο Χοντρολαίμης μας έβλεπαν με καλό μάτι. Όμως ο μεν πρώτος μας ανεχόταν γιατί εκεί ήταν και το στέκι των πατεράδων μας, ο δε Χοντρολαίμης φοβόταν την σωματική του ακεραιότητα, αφού έβλεπε ανάμεσά μας τον Θεόφιλο, που στα δεκαοχτώ του χρόνια είχε περάσει τα δυο μέτρα και τον Ντίνο που κείνη την εποχή των οκάδων ξεπερνούσε τις εκατό. Κι έτσι δεν είχε καμιά αντίρρηση στις παραγγελίες μας, παρόλα τα μουρμουρητά του.
Εκεί λοιπόν στις καρέκλες του καφενέ του Θυνιάτη, μαζευόμαστε κάθε απόγεμα και αφήναμε τα όνειρά μας να απλωθούν ένα γύρω.
Ήταν πριν λίγες μέρες που αφήσαμε τα θρανία της τελευταίας τάξης του γυμνασίου και βρεθήκαμε να κοιτάζουμε το μέλλον μας κατάματα. Όμως ποιο μέλλον;
Πριν ένα χρόνο είχε τελειώσει ο Εμφύλιος. Ο ξενόφερτος αδελφοπόλεμος, που σώριασε πάνω στην πατρίδα μας ακόμα πιο πολλά ερείπια πάνω στους σωρούς που είχε αφήσει στο πέρασμά του ο Β! Παγκόσμιος πόλεμος.
Οι πιο πολλοί από μας είχαμε τους πατεράδες μας και άλλους συγγενείς σε φυλακές και εξορίες. Στη μικρή μας πόλη δεν υπήρχε ούτε ένα σπίτι που να μην του λείπει κάποιος. Κι εμείς προσπαθούσαμε να κοιτάξουμε μπροστά. Να δούμε κάτι. Να δούμε που θα προχωρήσουμε. Εκεί στο μικρό καφενεδάκι του κυρ - Θυνιάτη κάναμε όνειρα για το μέλλον.
- Μην δειλιάζετε ρε σεις. Μην τα βάζετε κάτω. Κάτι θα φέξει και για μας.
Λόγια παρηγοριάς από τον Νίκο, τον θαρραλέο της παρέας.
- Ώσπου να φέξει ρε συ θα τα΄χουμε τινάξει. Βλέπεις τι υπάρχει γύρω μας; ήταν τα λόγια που απαντούσε ο Ντίνος ο χοντρός.
- Εσύ δεν έχεις ανάγκη ρε, τον πείραζε ο Θεόφιλος ο ψηλός. Με το πάχος που διαθέτεις αντέχεις για λίγα χρόνια.
Κι΄ο Ντίνος ξεσπούσε σε φωνές σαν μας έβλεπε να γελάμε.
- Ρε σεις, έμπαινε στη μέση ο Αλέκος, ας κοιτάξουμε λίγο σοβαρά τα πράματα. Καταλαβαίνετε τι έχουμε να συναντήσουμε μπροστά μας μετά από τόσα που πέρασε τούτη η χώρα. Δεν βλέπω να μπορέσουμε να δούμε τα όνειρά μας, τα σχέδια μας, το μέλλον μας να γίνεται κάτι.
Κι΄ήτανε τότε που κάπως σοβαρευόμασταν και οι σκέψεις πικρές έμοιαζαν να κυλάνε στο μυαλό μας. Στ΄ αλήθεια σαν τι μπορούσαμε να κάνουμε όταν στα περισσότερα από τα σπίτια μας δεν υπήρχε ούτε φαΐ; Τι μπορούσαμε να περιμένουμε όταν οι πατεράδες και τα μεγαλύτερα αδέλφια των περισσότερων από μας βρίσκονταν στις φυλακές και στα ξερονήσια; Και τότε ήταν που για ώρες μέναμε αμίλητοι μοιάζοντας έτσι να μην έχουμε σε τούτη τη ζωή κανένα δικαίωμα.
Κάπως έτσι κυλούσαν τ΄απογέματα κείνο το καλοκαίρι, στις καρέκλες στον καφενέ του κυρ-Βασίλη του Θυνιάτη. Και μετά βόλτα στον κεντρικό δρόμο, με πειράγματα στα κοριτσόπουλα και μια ζωή στερήσεις.
Σαν έφτασε το φθινόπωρο, ο Νίκος χαρούμενος κάποιο απόγεμα μας έσκασε το μεγάλο νέο.
- Μάγκες φεύγω.
- Τι έγινε ρε, ακούστηκε μια κραυγή από όλους μας και πέσαμε πάνω του. Είδε κι΄έπαθε να ξεφύγει από τα χέρια μας,
- Ο πατέρας μου, κατάφερε ένα θειό μου, ξάδελφό του, να με πάρει στην Αθήνα, στη δουλειά του. Πουλάει ρούχα σ΄ένα μέρος που είναι παλιατζίδικα. Θα μου δίνει κάτι και θα μένω μέσα στο μαγαζί να κοιμάμαι.
Τον κοιτάζαμε όλοι με μια ζήλια και απορία ζωγραφισμένη στα πρόσωπά μας.
-Και τα όνειρά σου, τι γίνανε ρε φίλε; τον ρώτησε ο Πέτρος.
Ξέραμε πως όλη του τη ζωή έκανε όνειρα να σπουδάσει φωτογραφία, για να δουλέψει στον κινηματογράφο. Ώρες ατέλειωτες μας μιλούσε γι΄αυτή τη δουλειά κι΄έκανε σχέδια να φτάσει ψηλά.
- Τα όνειρά μου; μίλησε ψιθυριστά ο Νίκος κι΄έσκυψε το κεφάλι του.
Κάποιο πρωινό ο Νίκος έφυγε. Μέσα σε δυο σακούλια είχα κλείσει όλα τα όνειρά του και μας αποχαιρετούσε από το παράθυρο του τραίνου.
Στ΄ αλήθεια νοιώσαμε την παρέα μας να μικραίνει. Όμως έπρεπε όλοι μας κάποια στιγμή να ξεκινήσουμε.
Και τ΄απογέματα στο καφενείο του κυρ-Βασίλη έμοιαζαν πλέον να μας πνίγουν.
Κάπως έτσι σαν τον Νίκο αρχίσαμε ένας ένας να φεύγουμε. Ένας - δύο μπήκαν στη σχολή Εμποροπλοιάρχων. Όχι πως τους άρεσε το επάγγελμα, αλλά εξασφάλιζαν φαγητό, ρούχα και χαρτζιλίκι. Ο Θεόφιλος βρέθηκε στην Αυστραλία. Ο Τάσος έφυγε εργάτης στη Γερμανία. Η πατρίδα μας έπνιγε τα παιδιά της.
Κι΄ήρθε μια μέρα που είχα απομείνει μόνος στις καρέκλες του κυρ-Βασίλη. Κι΄ήταν τότε που ο Χοντρολαίμης, το ψευτογκαρσόνι, άρχισε να μου δείχνει κάποια συμπάθεια. Μάλιστα κάποια μέρα κατάλαβε πως δεν υπάρχει φράγκο στην τσέπη και με κέρασε έναν καφέ.
Και τότε πήρα την μεγάλη απόφαση. Πήρα το δρόμο της φυγής.
Βρέθηκα στη Αθήνα ψάχνοντας να βρω κάτι για να ξεκινήσω. Στην αρχή κουβαλούσα βαλίτσες σε ένα ξενοδοχείο αφού μου εξασφάλιζε ένα μικρό μισθό, αλλά και ένα κρεββάτι για να κοιμάμαι.
Κάποιο βράδυ βρέθηκα χωρίς να το θέλω σε μια διαδήλωση. Με συνέλαβαν και μάταια προσπαθούσα να τους αποδείξω ότι δεν έχω καμιά σχέση. Στο στρατοδικείο έφεραν και τον φάκελό μου. Άντε τώρα εγώ να αποδείξω ότι δεν έχω ιδέα από φακέλους. Και να οι φυλακές. Εμπειρίες τρομερές. Και ξανά δικαστήρια. Και πάλι οι φυλακές. Και πάει και η δουλειά του ξενοδοχείου. Στους δρόμους πάλι.
Πάνω στα στενά της Πλάκας βρέθηκα κάποιο πρωινό. Απέφευγα την πόλη. Είχα αρχίσει να την φοβάμαι. Κάπου είδα κόσμο μαζεμένο. Φοβήθηκα μη ξέροντας τι συμβαίνει. Ήταν η εποχή που ο φόβος κυριαρχούσε στις ψυχές των ανθρώπων. Άκουσα τη φωνή ενός πιτσιρικά που καλούσε τους φίλους του.
- Τρεχάτε ρεεεεε. Γυρίζουνε ταινία.
Ξεθάρεψα και πλησίασα. Έμεινα άφωνος σαν είδα πλάι στη μηχανή λήψεως τον Νίκο. Έκανε σαν τρελός μόλις με είδε.
- Τι κάνεις, πως είσαι με ρώτησε.
Και όταν του είπα τα χάλια μου, με αγκάλιασε και μείναμε έτσι για λίγη ώρα άφωνοι. Έβγαλε από την τσέπη του και μου έδωσε κάποια χρήματα λέγοντάς μου.
- Πήγαινε εδώ στη γωνιά στο ταβερνάκι, φάε κάτι μην πέσεις κάτω και σε χάσω και περίμενέ με. Τελειώνω σε κανένα μισάωρο.
Η συνάντησή μου αυτή με τον Νίκο ήταν καθοριστική για την συνέχεια της ζωής μου. Με έβαλε στον χώρο του κινηματογράφου και μου έδωσε την ευκαιρία να εργαστώ για κάποια χρόνια και να επιζήσω. Εκεί, σε ένα από τα γυρίσματα βρέθηκε η κοπέλα που με πήρε μαζί της στην ξενιτιά. Δεν γινόταν αλλιώς. Με πόνο άφησα την πατρίδα που λάτρευα και πήρα το δρόμο για τα ξένα.
-...Κι΄όχι τσιγκουνιά στη ζάχαρη, έτσι;
-…Και σε χοντρά φλυτζάνια, πειράζαμε τον Χοντρολαίμη, το ψευτογκαρσόνι του καφενέ.
Βλέπεις τα οικονομικά μας δεν μας επέτρεπαν περισσότερα. Δυο καφεδάκια για εφτά, οχτώ από μας, ήταν ότι έπρεπε. Μια δυο ρουφηξιές ο καθένας μας και ξάπλες.
Η αλήθεια είναι ότι ούτε ο κυρ-Βασίλης αλλά πιο πολύ ούτε ο Χοντρολαίμης μας έβλεπαν με καλό μάτι. Όμως ο μεν πρώτος μας ανεχόταν γιατί εκεί ήταν και το στέκι των πατεράδων μας, ο δε Χοντρολαίμης φοβόταν την σωματική του ακεραιότητα, αφού έβλεπε ανάμεσά μας τον Θεόφιλο, που στα δεκαοχτώ του χρόνια είχε περάσει τα δυο μέτρα και τον Ντίνο που κείνη την εποχή των οκάδων ξεπερνούσε τις εκατό. Κι έτσι δεν είχε καμιά αντίρρηση στις παραγγελίες μας, παρόλα τα μουρμουρητά του.
Εκεί λοιπόν στις καρέκλες του καφενέ του Θυνιάτη, μαζευόμαστε κάθε απόγεμα και αφήναμε τα όνειρά μας να απλωθούν ένα γύρω.
Ήταν πριν λίγες μέρες που αφήσαμε τα θρανία της τελευταίας τάξης του γυμνασίου και βρεθήκαμε να κοιτάζουμε το μέλλον μας κατάματα. Όμως ποιο μέλλον;
Πριν ένα χρόνο είχε τελειώσει ο Εμφύλιος. Ο ξενόφερτος αδελφοπόλεμος, που σώριασε πάνω στην πατρίδα μας ακόμα πιο πολλά ερείπια πάνω στους σωρούς που είχε αφήσει στο πέρασμά του ο Β! Παγκόσμιος πόλεμος.
Οι πιο πολλοί από μας είχαμε τους πατεράδες μας και άλλους συγγενείς σε φυλακές και εξορίες. Στη μικρή μας πόλη δεν υπήρχε ούτε ένα σπίτι που να μην του λείπει κάποιος. Κι εμείς προσπαθούσαμε να κοιτάξουμε μπροστά. Να δούμε κάτι. Να δούμε που θα προχωρήσουμε. Εκεί στο μικρό καφενεδάκι του κυρ - Θυνιάτη κάναμε όνειρα για το μέλλον.
- Μην δειλιάζετε ρε σεις. Μην τα βάζετε κάτω. Κάτι θα φέξει και για μας.
Λόγια παρηγοριάς από τον Νίκο, τον θαρραλέο της παρέας.
- Ώσπου να φέξει ρε συ θα τα΄χουμε τινάξει. Βλέπεις τι υπάρχει γύρω μας; ήταν τα λόγια που απαντούσε ο Ντίνος ο χοντρός.
- Εσύ δεν έχεις ανάγκη ρε, τον πείραζε ο Θεόφιλος ο ψηλός. Με το πάχος που διαθέτεις αντέχεις για λίγα χρόνια.
Κι΄ο Ντίνος ξεσπούσε σε φωνές σαν μας έβλεπε να γελάμε.
- Ρε σεις, έμπαινε στη μέση ο Αλέκος, ας κοιτάξουμε λίγο σοβαρά τα πράματα. Καταλαβαίνετε τι έχουμε να συναντήσουμε μπροστά μας μετά από τόσα που πέρασε τούτη η χώρα. Δεν βλέπω να μπορέσουμε να δούμε τα όνειρά μας, τα σχέδια μας, το μέλλον μας να γίνεται κάτι.
Κι΄ήτανε τότε που κάπως σοβαρευόμασταν και οι σκέψεις πικρές έμοιαζαν να κυλάνε στο μυαλό μας. Στ΄ αλήθεια σαν τι μπορούσαμε να κάνουμε όταν στα περισσότερα από τα σπίτια μας δεν υπήρχε ούτε φαΐ; Τι μπορούσαμε να περιμένουμε όταν οι πατεράδες και τα μεγαλύτερα αδέλφια των περισσότερων από μας βρίσκονταν στις φυλακές και στα ξερονήσια; Και τότε ήταν που για ώρες μέναμε αμίλητοι μοιάζοντας έτσι να μην έχουμε σε τούτη τη ζωή κανένα δικαίωμα.
Κάπως έτσι κυλούσαν τ΄απογέματα κείνο το καλοκαίρι, στις καρέκλες στον καφενέ του κυρ-Βασίλη του Θυνιάτη. Και μετά βόλτα στον κεντρικό δρόμο, με πειράγματα στα κοριτσόπουλα και μια ζωή στερήσεις.
Σαν έφτασε το φθινόπωρο, ο Νίκος χαρούμενος κάποιο απόγεμα μας έσκασε το μεγάλο νέο.
- Μάγκες φεύγω.
- Τι έγινε ρε, ακούστηκε μια κραυγή από όλους μας και πέσαμε πάνω του. Είδε κι΄έπαθε να ξεφύγει από τα χέρια μας,
- Ο πατέρας μου, κατάφερε ένα θειό μου, ξάδελφό του, να με πάρει στην Αθήνα, στη δουλειά του. Πουλάει ρούχα σ΄ένα μέρος που είναι παλιατζίδικα. Θα μου δίνει κάτι και θα μένω μέσα στο μαγαζί να κοιμάμαι.
Τον κοιτάζαμε όλοι με μια ζήλια και απορία ζωγραφισμένη στα πρόσωπά μας.
-Και τα όνειρά σου, τι γίνανε ρε φίλε; τον ρώτησε ο Πέτρος.
Ξέραμε πως όλη του τη ζωή έκανε όνειρα να σπουδάσει φωτογραφία, για να δουλέψει στον κινηματογράφο. Ώρες ατέλειωτες μας μιλούσε γι΄αυτή τη δουλειά κι΄έκανε σχέδια να φτάσει ψηλά.
- Τα όνειρά μου; μίλησε ψιθυριστά ο Νίκος κι΄έσκυψε το κεφάλι του.
Κάποιο πρωινό ο Νίκος έφυγε. Μέσα σε δυο σακούλια είχα κλείσει όλα τα όνειρά του και μας αποχαιρετούσε από το παράθυρο του τραίνου.
Στ΄ αλήθεια νοιώσαμε την παρέα μας να μικραίνει. Όμως έπρεπε όλοι μας κάποια στιγμή να ξεκινήσουμε.
Και τ΄απογέματα στο καφενείο του κυρ-Βασίλη έμοιαζαν πλέον να μας πνίγουν.
Κάπως έτσι σαν τον Νίκο αρχίσαμε ένας ένας να φεύγουμε. Ένας - δύο μπήκαν στη σχολή Εμποροπλοιάρχων. Όχι πως τους άρεσε το επάγγελμα, αλλά εξασφάλιζαν φαγητό, ρούχα και χαρτζιλίκι. Ο Θεόφιλος βρέθηκε στην Αυστραλία. Ο Τάσος έφυγε εργάτης στη Γερμανία. Η πατρίδα μας έπνιγε τα παιδιά της.
Κι΄ήρθε μια μέρα που είχα απομείνει μόνος στις καρέκλες του κυρ-Βασίλη. Κι΄ήταν τότε που ο Χοντρολαίμης, το ψευτογκαρσόνι, άρχισε να μου δείχνει κάποια συμπάθεια. Μάλιστα κάποια μέρα κατάλαβε πως δεν υπάρχει φράγκο στην τσέπη και με κέρασε έναν καφέ.
Και τότε πήρα την μεγάλη απόφαση. Πήρα το δρόμο της φυγής.
Βρέθηκα στη Αθήνα ψάχνοντας να βρω κάτι για να ξεκινήσω. Στην αρχή κουβαλούσα βαλίτσες σε ένα ξενοδοχείο αφού μου εξασφάλιζε ένα μικρό μισθό, αλλά και ένα κρεββάτι για να κοιμάμαι.
Κάποιο βράδυ βρέθηκα χωρίς να το θέλω σε μια διαδήλωση. Με συνέλαβαν και μάταια προσπαθούσα να τους αποδείξω ότι δεν έχω καμιά σχέση. Στο στρατοδικείο έφεραν και τον φάκελό μου. Άντε τώρα εγώ να αποδείξω ότι δεν έχω ιδέα από φακέλους. Και να οι φυλακές. Εμπειρίες τρομερές. Και ξανά δικαστήρια. Και πάλι οι φυλακές. Και πάει και η δουλειά του ξενοδοχείου. Στους δρόμους πάλι.
Πάνω στα στενά της Πλάκας βρέθηκα κάποιο πρωινό. Απέφευγα την πόλη. Είχα αρχίσει να την φοβάμαι. Κάπου είδα κόσμο μαζεμένο. Φοβήθηκα μη ξέροντας τι συμβαίνει. Ήταν η εποχή που ο φόβος κυριαρχούσε στις ψυχές των ανθρώπων. Άκουσα τη φωνή ενός πιτσιρικά που καλούσε τους φίλους του.
- Τρεχάτε ρεεεεε. Γυρίζουνε ταινία.
Ξεθάρεψα και πλησίασα. Έμεινα άφωνος σαν είδα πλάι στη μηχανή λήψεως τον Νίκο. Έκανε σαν τρελός μόλις με είδε.
- Τι κάνεις, πως είσαι με ρώτησε.
Και όταν του είπα τα χάλια μου, με αγκάλιασε και μείναμε έτσι για λίγη ώρα άφωνοι. Έβγαλε από την τσέπη του και μου έδωσε κάποια χρήματα λέγοντάς μου.
- Πήγαινε εδώ στη γωνιά στο ταβερνάκι, φάε κάτι μην πέσεις κάτω και σε χάσω και περίμενέ με. Τελειώνω σε κανένα μισάωρο.
Η συνάντησή μου αυτή με τον Νίκο ήταν καθοριστική για την συνέχεια της ζωής μου. Με έβαλε στον χώρο του κινηματογράφου και μου έδωσε την ευκαιρία να εργαστώ για κάποια χρόνια και να επιζήσω. Εκεί, σε ένα από τα γυρίσματα βρέθηκε η κοπέλα που με πήρε μαζί της στην ξενιτιά. Δεν γινόταν αλλιώς. Με πόνο άφησα την πατρίδα που λάτρευα και πήρα το δρόμο για τα ξένα.
Έχω την τιμή και την τεράστια χαρά σήμερα, να φιλοξενώ την ιστορία του Ντένη Κονταρίνη με την οποία συμμετέχει στις Ιστορίες του Καφενέ #3
Αντιμετωπίζει κάποια προβλήματα με το ιντερνετ, γιατί έχουν πληγεί από τον χιονιά στην Νέα Υόρκη και όπως μου είπε είναι όλη μέρα με ένα φτυάρι στο χέρι.
Δεν θα σας πω άλλα, θα σας αφήσω να την απολαύσετε και να συγκινηθείτε όπως συγκινήθηκα και εγώ.
Τώρα θα σου πω ότι διάβαζα την ιστορία σου Ντένη και μου ήρθε αυτό που λένε οι Γάλλοι ντεζαβού αλλά ανάποδα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΒλέπω πως ότι είχε γίνει τότε με τον πόλεμο, γίνεται ακριβώς το ίδιο και τώρα.
Η χώρα αυτή έχει την μοναδική ικανότητα να διώχνει τα παιδιά της, με τον πιο σκληρό τρόπο.
Να τους κάνει να νιώθουν ξένοι στην ίδια τους την πατρίδα και να ψάχνουν αλλού για να φτιάξουν την ζωή τους.
Δυστυχώς η ιστορία επαναλαμβάνεται τώρα και το μόνο που ελπίζω είναι να σταματήσει αυτό το κακό.
Είναι λυπηρό.
Με συγκίνησες πάρα πολύ να ξέρεις για άλλη μία φορά!
Τα φιλιά μου!
Ήθελα να πω ακριβώς αυτό. Αυτό το είδος ντεζαβού το έπαθα και εγώ. Μπράβο σου Έλενα για τη φιλοξενία.
ΔιαγραφήΘα ήθελα όμως τώρα να απευθυνθώ στο δημιουργό και ελπίζω να μου επιτρέψεις Ντένη τον ενικό.
Αληθινή και γεμάτη αλληλεγγύη και ανθρωπιά η ιστορία σου. Μια περίοδος που δεν τολμούσες να πεις δυνατά το όνομά σου και όμως η φιλία, η ομόνοια μεταξύ των φίλων και των ανθρώπων της ίδιας κοινωνίας ήταν η γροθιά απέναντι στο μαχαίρι...
Με συγκίνησες πολύ και θέλω να σε ευχαριστήσω για την Ελλάδα που κράτησες μέσα σου εκεί στα ξένα, για την Ελλάδα που ξανα-αγαπάμε και σεβόμαστε μέσα από τα μάτια όλων όσων ξενιτεύτηκαν...
Χάρηκα για τη γνωριμία.
καλό μήνα και στους δύο σας, τα φιλιά μου!
Ελενάκι μου γλυκό, σε ευχαριστώ πολύ πολύ!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕγώ θα καθυστερούσα πολύ και κρίμα ήταν , αφού την είχε έτοιμη ο αγαπητός μας Ντένης!
Βιωματική η ιστορία του, πολύτιμο κόσμημα στις ιστορίες του καφενέ μας!
Η πατρίδα έτρωγε και ξανατρώει τα απιδιά της!
Ντένη μου, σε ευχαριστώ πολύ για την πολύ όμορφη συμμετοχή σου!
Φιλιά και στους δύο και καλή αυριανή!
♥
Ένα μεγάλο ευχαριστώ και σε σένα αγαπητή μου Αριστέα.
ΔιαγραφήΧαίρομαι που σου αρέσουν αυτά που καταθέτω στους "πελάτες του καφενέ".
Θεωρώ τιμή μου τη συμμετοχή μου σ΄αυτή σου την όμορφη προσπάθεια.
Την αγάπη μου πάντα καλή μου φίλη
Έλενα καλή μου φίλη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατ΄αρχάς να σ' ευχαριστήσω για τη φιλοξενία.
Μπορεί να φαίνεται ότι σήμερα στην πατρίδα είναι η ίδια κατάσταση αλλά τότε ήταν πολύ πιο άγρια. Ήταν μια εποχή που δεν μπορούσες να πεις το όνομά σου. Αν μάλιστα τύχαινε να ήσουν από οικογένεια αριστερών, ξέχασέ το τι γινόταν. Το μόνο που σου απόμενε ήταν να φύγεις μακρυά από την πατρίδα. Κι΄αυτούς τους δρόμους τραβήξαμε οι πιο πολλοί από μας.
Ακόμα ένα ευχαριστώ καλή μου φίλη και νάσαι πάντα καλά.
Εξαιρετικη συγκινητικη βιωματικη διηγηση ενος ΑΝΘΡΩΠΟΥ..Που..
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρ οτι ΤΟΣΑ πολλα τραβηξε..ΠΟΤΕ δεν μισησε...
Ευχαριστω,φιλε για την αγαπη και την νοσταλγια..Που αναδιδει η διηγηση σου..
Καλή σου μέρα φίλε και καλή σου βδομάδα.
ΔιαγραφήΣ΄ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια.
Θα περάσω από το μπλογκ σου. Το είδα και μου άρεσε.
Νάσαι καλά
Φίλε Ντένη,
ΑπάντησηΔιαγραφήΑτόφια η ιστορία σου του καφενέ, λίγο πολύ μοιάζει με ολων μας των παιδιών τη εποχής εκείνης.
Χωρίς ελπίδα, χωρίς μέλλον, χωρίς φαϊ, χωρις δουλειά και τα καταφέραμε και ζήσαμε
Θα σου πω και το άλλο επειδή δεν υπήρχε καφές σερβίριζαν ρεβύδι καβουρδισμένο...
νάσαι καλά φίλε
Γαβριήλ
Αυτή ήταν η μοίρα της γενιάς μας φίλε Γαβρίλη.
ΔιαγραφήΚι΄όπως πολύ σωστά λες, τα καταφέραμε.
Νάσαι καλά.
Πολύ ωραία η ιστορία σου, Dennis! Απλή και ειλικρινής. Μία ψήφος από εμένα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή μου Pippi.
ΔιαγραφήΧαίρομαι που σου άρεσε η ιστορία μου.
Ευχαριστώ για την ψήφο.
Νάσαι καλά.
Ντένη μου η ιστορία σου πικρή σαν να τσιγκουνεύτηκε εκείνη τη ζάχαρη ο κυρ-Βασίλης...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτός ο τόπος όλο θα πληγώνει τα παιδιά του...όλο θα τα διώχνει!
Μα έχει και μια αισιοδοξία, αφού αυτά τα παιδιά με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, με δυσκολίες πάντα βέβαια, έφτιαξαν τελικά τη δική τους Ιθάκη κι ας μην ήταν πάντα αυτή στον τόπο που αγαπούν όσο τίποτα!
Κι αν τα καταφέρατε τότε που όλα ήταν δυσκολότερα, ίσως να τα καταφέρουμε πάλι!
Με συνεπήρε η αφήγηση...με έκανε κομμάτι της ιστορίας σου!
Να είσαι καλά...
Δίκιο έχεις καλή μου Μαρία. Πικρή η ιστορία όλων των παιδιών της γενιάς μου.
ΔιαγραφήΌμως, όπως πολύ σωστά παρατηρείς, όχι μόνο τα καταφέραμε αλλά τιμήσαμε αυτήν την πατρίδα στις ξενητιές μας.
Σ΄ευχαριστώ που αγάπησες αυτή την ιστορία μου.
Νάσαι καλά καλή μου φίλη
Πολύ, πολύ αληθινή ιστορία, Ντένη... Μπράβο και συγχαρητήρια για την έμπνευση!
ΑπάντησηΔιαγραφήΦιλιά πολλά και στους δύο! Καλή Σαρακοστή, με υγεία και φώτιση!
Πέρα για πέρα αληθινή, αγαπητή μου Nastenka αυτή η ιστορία.
ΔιαγραφήΧαίρομαι που σου άρεσε.
Καλή Σαρακοστή και σε σένα.
Αχ αυτή η πατρίδα όντως τα πνίγει τα παιδιά της....!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγκινητική η ιστορία...γι'αυτό αξίζουν οι πραγματικοί φίλοι!!!
Καλή Σαρακοστή & Καλό τριήμερο :)))
Αγαπητή μου ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ανήκω κι΄εγώ σ΄αυτά τα παιδιά που η πατρίδα τους τα έπνιξε. Όμως αν κι΄έχουν περάσει τόσα χρόνια αναρωτιέμαι "Γιατί"
ΔιαγραφήΧρόνια σου πολλά και καλή Σαρακοστή.
Μια ολόκληρη ζωή μέσα σε λίγες λέξεις.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαθηλωτική η ιστορία.
Σαν την ιστορία της Ελλάδας μετά τον εμφύλιο...
Τότε αγαπητή μου Μαζεστίξ, μετά τον Εμφύλιο ήταν που η πατρίδα μας έγραψε την πιο τραγική ιστορία της.
ΔιαγραφήΤότε ήταν που όλα τα σάρωνε το πολιτικό μίσος.
Ας ελπίσουμε σε κάτι καλύτερο.
Καλή Σαρακοστή σου εύχομαι.
Σαν να είδα ταινία εποχής. Καρέ-καρέ τα χρόνια της εξαθλίωσης και της μεγάλης φυγής. Ατόφια διήγηση, γεμάτη συναίσθημα και ψυχή! Ίσως αντίστοιχες ιστορίες απ' την Ελλάδα του σήμερα, κρύβουν τους νεώτερους Θεόφιλους, Τάσους και Γιώργηδες. Ίδιοι καημοί, ομοιοκατάληκτες ιστορίες με φόντο έναν πόλεμο και μια γονατισμένη Ελλάδα. Κι όμως, ακόμα και μέσα απ' τις στάχτες, οι άνθρωποι ορθοπόδησαν και μεγαλούργησαν. Και με χειρότερες συνθήκες ίσως.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣυγκινημένη και ενθουσιασμένη με το υπέροχο οδοιπορικό σου στην μεταπολεμική Αθήνα, σου στέλνω τους εγκάρδιους χαιρετισμούς μου!
Ελενάκι μου πολλά φιλιά και συγχαρητήρια για τον υπέροχο φιλοξενούμενό σου!
Σ΄ευχαριστώ για την επίσκεψη αγαπητή μου Μαρία.
ΔιαγραφήΚείνα τα χρόνια ήταν ίσως τα πιο τραγικά από όσα γνώρισε η πατρίδα μας.
Κι΄ήτανε γραφτό η δική μας γενιά να τα ζήσει.
Κι΄όμως όπως πολύ σωστά λες μέσα απ΄τις στάχτες μεγαλουργήσαμε. Και φτιάξαμε την Ελλάδα της ξενητιάς.
Νάσαι καλά φίλη μου αγαπημένη.
Τόσα χρόνια μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που θυσιάζουν τα όνειρα τους για να κάνουν κάτι και να βγάλουν στα προς το ζην.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι ακόμα υπάρχουν παιδιά που φεύγουν στην ξενιτιά για να αποκτήσουν ένα καλύτερο μέρος.
Και όμως η ελπίδα είναι εκεί, στο πρόσωπο ενός φίλου, στην γνώριμη αγάπη, στην ανθρώπινη ψυχή που προσμένει το καλύτερο.
Υπέροχη ιστορία, υπέροχη!!!!!
Σ΄ευχαριστώ καλή μου φίλη για την επίσκεψη και τα καλά σου λόγια.
ΔιαγραφήΚάνουυμε πάντα ό,τι μπορούμε για το καλύτερο για μας αλλά και για την πατρίδα μας.
Νάσαι καλά πάντα.
Υπέροχη η ιστορία σου, αγαπητέ Ντένη!!!!!! Πόσα και πόσα παιδιά δεν ξενητεύτηκαν εκείνα τα χρόνια!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι η ιστορία επαναλαμβάνεται και σήμερα!!!
Καλή Σαρακοστή, και εύχομαι ο καιρός να φτιάξει σύντομα!! Stay warm and safe!!!!!!!!
Κείνα τα χρόνια καλή μου Marie-Anne φύγανε τα νειάτα της Ελλάδας. Λάθος μεγάλο των υπευθύνων που δεν μπόρεσαν να δουν τι ζημιά έκαμαν στην πατρίδα. Το ίδιο γίνεται και σήμερα. Και δεν βλέπω ότι μπορεί να διορθωθεί.
ΔιαγραφήStay warm and safe, με συμβουλεύεις.Σ΄ευχαριστώ καλή μου φίλη. Προσπαθούμε αλλά είναι πολύ δύσκολα. Πάρα πολύ χιόνι, που μας δυσκολεύει σε κάθε μας κίνηση.
Νάσαι καλά αγαπητή μου φίλη
Συγκλονιστική η αληθινή ιστορία σου αγαπητέ Ντένη, με καθήλωσε και με έβαλε σε σκέψεις παραλληλισμού του παρελθόντος με το παρόν.....τελικά σ'αυτή τη χώρα τα λάθη επαναλαμβάνονται και δεν διδασκόμαστε από αυτά ενώ παρά τα δεινά , καταφέρνουμε και επιβιώνουμε με τεράστιο κόστος όμως που το πληρώνουνε οι πιο αδύναμοι ( οι έντιμοι και μη προνομιούχοι) και οι πιο πολύτιμοι, η νεολαία μας.....Καλή Σαρακοστή σου εύχομαι, υπομονή με τους άγριους χιονιάδες της Ν. Υόρκης και ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον για όλους μας....
ΔιαγραφήΕλενα ευχές και σε σένα, καλή Σαρακοστή και συγχαρητήρια για την υπέροχη φιλοξενία !!!
Σ΄ευχαριστώ αγαπητή μου Κλαυδία που γνώρισες την ιστορία μου και σου άρεσε.
ΔιαγραφήΔυστυχώς η πατρίδα μας πάνω της σέρνει την κατάρα να επαναλαμβάνει τα λάθη της και να σκοτώνει τα παιδιά της. Ας ελπίσουμε πως κάποια στιγμή ο Θεός θα αποφασίσει να σκύψει πάνω της και να την σκεπάσει με την ευλογία του.
Εύχομαι καλή Σαρακοστή και σε σένα καλή μου φίλη.
Πράγματι συγκινήθηκα πάρα πολύ, γνωρίζω πως ο Ντένης γράφει υπέροχες ιστορίες, οι περισσότερες βιωματικές. Τούτη η πατρίδα έχει τραβήξει πολλά και ακόμα τραβάει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είσαι καλά που φιλοξένησες μία τόσο ωραία ιστορία!
Φιλιά!
Ελένη μου σ΄ευχαριστώ για την επίσκεψη και τα καλά σου λόγια. Πολλές από τις δικές σου ιστορίες μ΄έχουν εντυπωσίασει και μένα. Και συ γράφεις υπέροχα. Και σου το έχω πει αυτό..
ΔιαγραφήΝάσαι καλά καλή μου φίλη
Όταν η ιστορία είναι εξαιρετική και συνδυάζεται με βιωματικές εμπειρίες, η αίσθηση της συγκίνησης γίνεται εντονότερη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα είσαι καλά Ντένη! Μπράβο σου Ελενάκι που μας έδωσες την ευκαιρία να την διαβάσουμε!
Αυτή, η δόλια πατρίδα, ταλαντεύεται χρόνια και χρόνια, στο αβέβαιο, στην ανασφάλεια, στο ίσως, στο μάλλον, στο μπορεί...
κι ακόμα είμαστε στα ίδια. Ίσως κάτι να φανεί μελλοντικά, ελπίζουμε κι αισιοδοξούμε!
Να έχετε μια όμορφη εβδομάδα!
Φιλιά!
Μ΄αυτή την ελπίδα αγαπητή μου Katerina koko ζει πλέον ο Έλληνας. Έτσι τον έχουν καταντήσει όλοι αυτοί που πέρασαν πάνω από την πατρίδα μας και ήθελαν να μας πείσουν ότι θα είναι οι σωτήρες της Ελλάδας.
ΔιαγραφήΣ΄ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια καλή μου.
Όλα αυτά που διάβασα, είναι βιώματα και των γονιών μου, που είχαν ετοιμαστεί επίσης για το εξωτερικό (για την Αυστραλία), αλλά ο παππούς μου δεν υπέγραψε να φύγει η μαμά κι έτσι την πέρασαν εντός συνόρων την...εξορία-μετανάστευση... Να είσαι καλά Ντένη, όντως πολύ συγκινητική η ίδια η ζωή...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρ΄ολίγιον αγαπητή μου Mia Petra να είσαι και συ παιδί μεταναστών. Δεν ξέρω πως νοιώθεις αλλά ίσως να ήταν και για καλύτερα σου.
ΔιαγραφήΝάσαι καλά καλή μου φίλη.
καλημερα Ελενακι μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλη σαρακοστη!
υπεροχη η ιστορια σου! με ταξιδεψε σε μια αλλη εποχη που μοιαζει επικαιρη οσο ποτε!
μου αρεσε παρα πολυ! φιλακια πολλα!
Kικού μου σε ευχαριστώ πάρα πολύ καλή Σαρακοστή και σε σένα.
ΔιαγραφήΗ ιστορία είναι του Ντένη Κονταρίνη όχι δική μου.
Εχει κάποια προβλήματα με το ιντερνετ και τον φιλοξένησα εδώ με μεγάλη μου χαρά.
Πολλά φιλιά!
Σ΄ευχαριστώ αγαπητή μου ΕΚΦΡΑΣΟΥ που πέρασες από εδώ και γνώρισες τούτη την ιστορία. Μια ιστορία που μπορούσε να την είχε ζήσει ο κάθε Έλληνας εκείνα τα μαύρα χρόνια.
ΔιαγραφήΝάσαι πάντα καλά.
Μπράβο που άντεξες, όπως μπράβο και σε κάθε Έλληνα της εποχής εκείνης που αγωνίστηκε τίμια για να ζήσει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜπράβο και ένα ευχαριστώ σε κάθε Έλληνα που έφυγε στα ξένα αλλά κράτησε μέσα του την πατρίδα και τους Έλληνες. Γιατί δυστυχώς υπάρχουν και οι μισάνθρωποι που ξέρουν μόνο να πετάνε κοτσάνες για όσους έμειναν εδώ και παλεύουν.
Τελικά, αν οι κακουχίες δεν σε σκοτώσουν, σε κάνουν καλύτερο άνθρωπο.
Αγαπητέ μου Πέτρο Κ.
ΔιαγραφήΣ΄ευχαριστώ για την επίσκεψη. Δεν χρειάζονται μπράβο. Απλά έδωσα τον αγώνα μου κι΄εγώ όπως και άλλοι χιλιάδες μετανάστες. Την πατρίδα μας την κρατήσαμε μέσα μας γιατί παρ΄όλο που μας πλήγωσε δεν πάψαμε στιγμή να την αγαπάμε. Και φυσικά να αγαπάμε και τους ανθρώπους της αφού είναι αδέλφια μας.
Κι΄όλοι μας εδώ αγωνιστήκαμε και καταφέραμε να γίνουμε καλύτεροι.
Νάσαι καλά καλέ μου φίλε.
Υπέροχη ιστορία συγχαρητήρια στο φίλο σου Ελενα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι'γω δυστυχώς βλέπω πολλές ομοιότητες εκείνης της άθλιας εποχής
με τη σημερινή.
Κοίτα να δεις που αυτή η χώρα το'χει κατάρα να ανακάμψει απ'τις κακουχίες!
Καλή επιτυχία εύχομαι!!
Αγαπητή μου zoyzoy.
ΔιαγραφήΣ΄ευχαριστώ που πέρασες από εδώ και διάβασες την ιστορία μου.
Πολύ σωστά παρατηρείς τις ομοιότητες τις οποίες η πατρίδα μας δεν θέλει να τις αποβάλλει από πάνω της.
Ας ελπίσουμε κάποθα μέρα να δούμε τον ήλιο πάνω αππό τη χώρα μας.
Νάσαι καλά.
Η Ελλάδα έδιωχνε και διώχνει τα παιδιά της και πονάει πολύ όσους μένουν, ίσως το ίδιο με όσους φεύγουν (μετριέται άραγε τέτοιος πόνος?), το ίδιο σήμερα όπως και τότε.Υπέροχα δοσμένα η αληθινή ιστορία σας. Ευχαριστούμε
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλή σου μέρα αγαπητή μου Georgette και καλό μήνα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ΄ευχαριστώ που πέρασες και γνώρισες την ιστορία μου.
Πολύ σωστά παρατηρείς ότι η Ελλάδα έδιωχνε και συνεχίζει να διώχνει τα παιδιά της.
Μιά κατάσταζση που δείχνει να μην αγγίζει κανέναν από τους υπεύθυνους αυτής της χώρας.
Νάσαι καλά αγαπητή μου φίλη